Η Μαγική Τελετουργία της Σιμαίθας
δρ Χριστίνα Παπαδάκη, αρχαιολόγος
Στο δεύτερο Ειδύλλιο του ο Θεόκριτος περιγράφει την ερωτική περιπέτεια μιας νέας γυναίκας από την Κω, της Σιμαίθας, έχοντας ως πρότυπό του τη Μήδεια του Ευριπίδη, με τη διαφορά ότι η ηρωίδα μας είναι θνητή και γι’ αυτό περιορισμένων δυνατοτήτων. Η Σιμαίθα συναντά τυχαία σε μια γιορτή προς τιμήν της Άρτεμης, όπου πηγαίνει με τις γειτόνισσές της, τον όμορφο νεαρό αθλητή Δέλφι από τη Μύνδο και τον ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Ο έρωτας που αισθάνεται γι' αυτόν είναι τόσο σφοδρός που πέφτει στο κρεβάτι, χάνοντας διαρκώς βάρος και τούφες από τα μαλλιά της ενώ οι γριές γιάτραινες δεν μπορούν να την βοηθήσουν. Γι' αυτό και αποφασίζει να καλέσει τον Δέλφη στο σπίτι της και μόλις τον βλέπει μπροστά της παγώνει και ιδρώνει μαζί, χάνοντας τη μιλιά της. Ακολουθεί μια σύντομη παθιασμένη σχέση μέχρι που ο Δέλφης την εγκαταλείπει για τα μάτια, όπως μαθαίνει, κάποιας άλλης, με αποτέλεσμα να μην έχει χτυπήσει την πόρτα της δώδεκα ολόκληρες μέρες, δίχως να τον ενδιαφέρει, όπως η ίδια λέει, αν αυτή ζει ή πέθανε.
Θύμα του ερωτικού της πάθους όπως η Μήδεια, είναι αποφασισμένη, έχοντας λιώσει σαν το κερί από τον καημό της, να ξανακερδίσει την καρδιά του Δέλφη με μαγικές τελετές και μαγγανείες, χρησιμοποιώντας τα φαρμάκια που της μαθαίνει ένας ξένος από την Ασσυρία. Βοηθός της, η μάλλον αδιάφορη για το ζήτημα υπηρέτριά της, Θέστυλη. Πριν αρχίσει την τελετή επικαλείται τη θεά του έρωτα, Αφροδίτη, τη Σελήνη, την αθόρυβη θεά, όπως την αποκαλεί, ώστε να της φέγγει γλυκά στο έργο της και ακολούθως την τρομερή Εκάτη που έρχεται μέσα από της γης τα σπλάχνα, τριγυρνά στα μνήματα και την φοβούνται οι σκύλοι, προκειμένου να είναι τα μάγια της εξίσου ισχυρά με αυτά της Κίρκης και εφάμιλλα με της Μήδειας.
Η Σιμαίθα αντιπροσωπεύει την μετάβαση από τη θεά μάγισσα στη θνητή που η απόφασή της να θανατώσει τον Δέλφη με τα φάρμακά της, αν αποτύχουν τα μάγια, είναι μία παθητική απογοήτευση παρά μία ενεργητική εκδίκηση όπως της Μήδειας. Η προδομένη Σιμαίθα αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της έπειτα από πολλές άκαρπες επισκέψεις σε γιάτραινες και σε γριές που κάνουν μάγια. Μολονότι η περιγραφή των δρώμενων της Σιμαίθας είναι ποιητική και παρουσιάζεται ως έργο περιθωριοποιημένων γυναικών με ταπεινή καταγωγή και δίχως ιδιαίτερη μόρφωση, φέρει έναν ισχυρό πυρήνα αλήθειας, καθώς ανάλογες τελετές ερωτικής μαγείας εγγράφονται στην παράδοση των ερωτικών καταδέσμων της Αλεξανδρινής εποχής. Η φαρμακίς, λοιπόν, δεν είναι μόνο ένας κοινός λογοτεχνικός τόπος, που αντλεί έμπνευση από παλαιές διηγήσεις και μύθους αλλά και ένα πρόσωπο με σάρκα και οστά που δρα σε συγκεκριμένο πλαίσιο. Βέβαια, για τον Θεόκριτο η μαγεία είναι μια μικροαστική ενασχόληση που παρατηρεί μειδιώντας αφ’ υψηλού όμως, από τη στιγμή που παρουσιάζει το πρότυπο της μικροαστής μάγισσας, δημιουργείται μία εικόνα που στο εξής υιοθετείται και επαναλαμβάνεται συχνά στη λογοτεχνία.
Στο δεύτερο, λοιπόν, Ειδύλλιό του, με τον τίτλο Φαρμακεύτριαι (στ. 1-62), σκηνοθετεί, σε εννιά τετράστιχες στροφές, τη μαγική τελετουργία της Σιμαίθας, που λαμβάνει χώρα κάτω από το φως του φεγγαριού, χρησιμοποιώντας δάφνη και διάφορα φίλτρα καθώς και μία λεκανίδα που πρέπει να στεφανωθεί με κατακόκκινο πρόβειο μαλλί. Η Σιμαίθα καίει τρεις ουσίες: σπόρους κριθαριού, λέγοντας "σκορπώ τα κόκκαλα του Δέλφη", καθώς τους ρίχνει στη φωτιά, δαφνόφυλλα που τοποθετούνται στις φλόγες με την επιθυμία "όπως η δάφνη στη φωτιά κροταλιστά θα σκάσει, θα ανάψει στη στιγμή και στάχτη δε θα αφήσει έτσι κι ο Δέλφις να καεί στου πόθου της τη φλόγα" και τέλος καίει πίτουρα.
Στη συνέχεια προσεύχεται στην Άρτεμη - Εκάτη, όμως, η προσευχή διακόπτεται από ουρλιαχτά σκύλων που προμηνύουν την άφιξη της θεάς στο τρίστρατο και η ηρωίδα μας, για να προστατευτεί, χτυπάει ένα χάλκινο δίσκο (γόγγο). Για να καμφθεί ο Δέλφης, η Σιμαίθα λιώνει κερί, λέγοντας "έτσι ακριβώς να λιώσει και αυτός", γυρίζει μια σβούρα, ζητώντας από την Αφροδίτη "έτσι να τριγυρίζει έξω από την πόρτα της" και κάνει τρεις σπονδές παρακαλώντας "να ξεχάσει ο Δέλφης κάθε άλλο έρωτα όπως λησμόνησε ο Θησέας την Αριάδνη στη Νάξο".
Μέχρι εδώ ο Δέλφης εμπλέκεται μόνο έμμεσα στην τελετουργία, όμως, στην τρίτη φάση της η παρουσία του γίνεται εντονότερη με τη Σιμαίθα να σκίζει ένα κομμάτι από τον μανδύα του και να πετά τα νήματά του στη φωτιά. Στη συνέχεια διατάζει την υπηρέτριά της να πάρει θρόνα, δηλαδή φάρμακα, και να τα τσαλαπατήσει στο κατώφλι του Δέλφη, καθώς θα αναφωνεί "έτσι να διαλυθούν τα οστά σου", και η ίδια αρχίζει να βράζει μια σαύρα για να ετοιμάσει ένα βλαβερό ποτό - ερωτικό φίλτρο.
Τρεις φορές χρησιμοποιεί η Σιμαίθα το ρήμα καταδέομαι, όμως, αυτό είναι και το πρόβλημα επειδή η πράξη, όπως περιγράφεται, δεν είναι δυνατόν να ανήκει στους ερωτικούς καταδέσμους. Επίσης, κανένας από τους λόγους δεν αναγράφεται σε μολύβδινο πινακίδιο ή φύλλο παπύρου όπως θα αναμέναμε σε κατάδεσμο.
Προβληματικά είναι και τα σύνεργα που χρησιμοποιεί η Σιμαίθα, ο ρόμβος και η ίυγγα, με τα αρχαία σχόλια να ταυτίζουν τα δύο αντικείμενα και τη σύγχρονη έρευνα να διαχωρίζει την σβούρα (ρόμβος) από τον τροχίσκο (ίυγγα). Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, κανέναν από τους δύο όρους δε συναντούμε στους Μαγικούς Παπύρους, τη στιγμή που ο ρόμβος μαρτυρείται σπάνια στην αρχαιότητα ενώ η ίυγγα εμφανίζεται σε πολλά λογοτεχνικά κείμενα.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι, στους παπύρους, πέρα από τις τελετουργίες που ονομάζονται ερωτικοί κατάδεσμοι (φιλτροκατάδεσμοι), υπάρχει και μία δεύτερη ομάδα ερωτικών τελετουργιών που χαρακτηρίζονται ως αγωγαί και πιο σπάνια απλώς ως φίλτρα. Η αγωγή έχει, επίσης, ως στόχο τη σαγήνευση του αγαπημένου προσώπου με τελετουργικά μέσα και κάνει χρήση της φωτιάς για την τέλεση επιθύσεων. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να καεί οτιδήποτε, από απλό μύρο μέχρι πολύπλοκα μίγματα που συχνά πλάθονται στη μορφή δισκίων. Το κάψιμο του μανδύα από τη Σιμαίθα ανήκει ουσιαστικά στη μαγική ουσία που οδηγεί στον δαίμονα ή στο θύμα. Όσο για την καύση των πίτουρων, αυτή αποτελεί αναστροφή της καύσης των ουλών, των σπόρων, δηλαδή, που προσφέρονται στους θεούς ως αναίμακτη θυσία, οπότε, ουσιαστικά, θυσιάζεται εκείνο που κανονικά θα έπρεπε να πεταχτεί και αυτό επισύρει τη θεϊκή οργή, καθώς εκλαμβάνεται ως μέσον ευδοκίμησης ενός διεστραμμένου σκοπού, μιας διαβολής. Η διαβολή είναι το πιο αποτελεσματικό και ταυτόχρονα το πιο ανήθικο μέσο για να επηρεαστεί μία θεότητα, συγχρόνως, όμως, και το πιο επικίνδυνο, καθώς η θεότητα έρχεται εξοργισμένη και είναι ασυγχώρητο λάθος να παίζει κανείς μαζί της, γι’ αυτό και χρειάζονται προστατευτικά μέσα.
Στον Θεόκριτο, η Σιμαίθα προσπαθεί να τρομάξει την Εκάτη με το χτύπημα του γόγγου, ο οποίος συνδέεται με την παρουσία των χθόνιων δυνάμεων και ανήκει στα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται σε οριακές καταστάσεις. Γενικά, ο Θεόκριτος συνθέτει μια υπερτελετή, με σκοπό να ξυπνήσει στον αναγνώστη κάθε δυνατό συνειρμό για τη μαγεία, ενώ παραθέτει λεπτομέρειες, που, πράγματι, εμφανίζονται σε μαγικές τελετουργίες, αναμεμιγμένες, όμως, με στοιχεία που προέρχονται από ένα γενικότερο λατρευτικό πλαίσιο. Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία του εξακολουθεί να γοητεύει αποτελώντας αγαπημένο θεατρικό δρώμενο μέχρι τις μέρες μας.
-----------------------------------------------------------
ΠΗΓΕΣ:
Θεόκριτος, Ειδύλλια, https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=140&page=6
Αβαγιανού Α., «Γυναίκα – μάγισσα: θνητή και αθάνατη», Αβαγιανού Α. (επιμ.), Η μαγεία στην αρχαία Ελλάδα. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών «Επιστήμη Κοινωνίας», Αθήνα 2008, 83-144.
Bernand A., Έλληνες μάγοι, μετάφραση Ι. Κάμαρης, Αθήνα 1997.
Graf F., Η Μαγεία στην ελληνορρωμαϊκή αρχαιότητα, Χανιώτης Α. (επιμέλεια), Μυλωνόπουλος Γ. (μετάφραση), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2004.
ΠΙΝΑΚΑΣ:
Marie Spartali Stillman, Pharmakeutria (Brewing The Love Philtre), 1870