Η μαγεία του κοσμήματος
Οι άνθρωποι αγαπάμε τα κοσμήματα και τα φοράμε σχεδόν από τότε που υπάρχουμε ως είδος. Τα φορούσαν άραγε από την αρχή για ομορφιά; Ο άνθρωπος που ζούσε στα σπήλαια, ας πούμε κατά την Παλαιολιθική εποχή, και φορούσε στον λαιμό του το δόντι ενός άγριου ζώου ή ξόδευε πολύ από τον πολύτιμο χρόνο του για να ράψει στα ρούχα των παιδιών του κοχύλια το έκανε για αισθητικούς και μόνο λόγους; Ή μήπως γιατί είχε κατανοήσει την διάδρασή του με το φυσικό κόσμο και τη σημασία που αυτός είχε για την επιβίωσή του;
Αν παρατηρήσει κανείς πιο προσεκτικά, θα διαπιστώσει ότι τα πρώτα κοσμήματα είτε είναι αυτούσια φυσικά υλικά είτε αποτελούν τις πρώτες συνειδητές προσπάθειες τρισδιάστατης απεικόνισης και αναπαραγωγής γεωμετρικών σχημάτων που υπάρχουν σε αφθονία στη φύση: οι σφαίρες, οι κύλινδροι, οι δίσκοι, οι κώνοι, κάποτε από ημιπολύτιμες πρώτες ύλες, συνθέτουν, ήδη σε πολύ πρώιμες εποχές, ένα αρχετυπικό «λεξιλόγιο» βασικών συμβόλων που αντλούν την εικονογραφία τους από τα άστρα, τα φυτά, τα λουλούδια, τα ορυκτά, τα κοχύλια, τα ζώα.
Ας θυμηθούμε εδώ, τα πρώτα αυτοσχέδια κοσμήματα των παιδικών μας χρόνων με τις μαργαρίτες της Πρωτομαγιάς και τα κοχύλια των καλοκαιρινών μας διακοπών στη θάλασσα. Τα παραπάνω εξηγούν έως ένα βαθμό τη σταθερά μεγαλύτερη, στο χρόνο και στο χώρο, προτίμησή μας σε κοσμήματα που προέρχονται από τους κόλπους της γης, όπως είναι οι διάφοροι ημιπολύτιμοι λίθοι, τα ορυκτά και τα μέταλλα, πράγμα που ενδεχομένως συνδέεται με την εκδήλωση ενός μυστηριώδους υποσυνείδητου συναισθήματος του ανθρώπου απέναντι στη φύση και τα έργα της. Το συναίσθημα αυτό είναι τόσο ισχυρό που διαπερνά όλους τους χρόνους και τόπους και συνδέεται σταθερά με διάφορες μαγικές εκφάνσεις. Το κόσμημα, λοιπόν, αναδεικνύει το σωματικό μας κάλλος, παράλληλα όμως εξυπηρετεί και μια σημαντική ψυχολογική ανάγκη του ανθρώπου για προστασία, αφού, λόγω της άμεσης επαφής του με το σώμα, λειτουργεί και ως φυλακτό. Επιπλέον, η αξία ενός κοσμήματος είναι κυρίως συναισθηματική, και όχι πάντα υλική, όπως θα σπεύσουν πολλοί να επισημάνουν, καθώς η μορφή των κοσμημάτων που έλκουν διαχρονικά τον άνθρωπο περιστρέφεται γύρω από το τρίπτυχο γονιμότητα – (ανα)γέννηση – ευτυχία, ίσως, επειδή ζητούμενο δεν είναι μονάχα και πάντα η όμορφη εξωτερική εμφάνιση αλλά και η προσέλκυση και διαφύλαξη των παραπάνω θετικών για τη ζωή μας πρόσημων.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η πίστη στην υπερφυσική δύναμη καταρχάς των λίθων διαφαίνεται σε πλήθος γραπτών πηγών της Ύστερης, κυρίως, Αρχαιότητας ενώ ένα από τα σημαντικότερα πρώιμα έργα αναφορικά με το συγκεκριμένο ζήτημα είναι το Περί λίθων του Θεόφραστου, μαθητή του Αριστοτέλη, που συντάχθηκε γύρω στο 315 π.Χ. Αλλά και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος συγκέντρωσε πολύτιμες πληροφορίες για τους λίθους και τη χρήση τους στο 37ο Βιβλίο της Φυσικής Ιστορίας του, τη στιγμή που στο αγνώστου συγγραφέα ποίημα του 4ου αιώνα Λιθικά, αναφέρεται ότι ο Δίας έδωσε τους πολύτιμους λίθους στους θνητούς για να διώχνουν τα βάσανά τους, και, σε συνδυασμό με την κατάλληλη προετοιμασία, καθαγιασμό και χάραξη, συνηθισμένοι ημιπολύτιμοι λίθοι μπορούσαν να μετατραπούν σε πηγές μεγάλης δύναμης, ικανή να επηρεάσει τη μοίρα.
Η όψη των πολύτιμων λίθων και η λάμψη των κρυστάλλων τους αποδείκνυαν τη σχέση τους με τα άστρα και τη συμπάθειά τους με τους θεούς, τους πλανήτες και ειδικά τον Ήλιο και τη Σελήνη που επιδρούν αέναα τόσο στην έμψυχη όσο και στην άψυχη φύση. Τους (ημι)πολύτιμους λίθους χρησιμοποιούσαν ως φυλακτά κυρίως οι ιατροί, γι’ αυτό και ο Λουκιανός σατιρίζει συχνά στο έργο του την πίστη στις δήθεν ιαματικές ιδιότητές τους. Ακόμη και χριστιανοί συγγραφείς περιγράφουν την πίστη στη μαγική δύναμη των λίθων, όπως ο επίσκοπος της Σαλαμίνος Κύπρου, Επιφάνιος.
H παγανιστική καταγωγή των αποτροπαϊκών φυλακτών δε στάθηκε εμπόδιο στη διαδικασία της χριστιανικής τους μεταμόρφωσης, αλλά, απεναντίας, η χρήση τους πέρασε και διατηρήθηκε στη θρησκευτική συλλογική συνείδηση. Έτσι, μέχρι και σήμερα, τα νήπια, με την ανοχή της Εκκλησίας, φορούν, πριν βγουν για τον περίπατό τους, διάφορα «ματάκια» και τα «ματόχαντρα» που έχουν κατακλύσει την αγορά.
Ομοίως, τα μέταλλα που επίσης χρησιμοποιούνται στην κατασκευή κοσμημάτων, όπως ο χρυσός, ο άργυρος και ο χαλκός, θεωρούνταν ανέκαθεν φορείς «συμπάθειας» σε σχέση με τις εκάστοτε θεότητες αφού είχαν τη δύναμη να τις προσελκύουν. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται και το γνωστό διαφημιστικό σλόγκαν "ο χρυσός μας φέρνει πιο κοντά" με τη συμπάθεια εδώ φυσικά να αναφέρεται σ’ έναν πολλά υποσχόμενο ερωτικό δεσμό.
Την επόμενη, λοιπόν, φορά που θα ντυθείτε και θα στολιστείτε "μαγικά", βάζοντας κάποιο κόσμημα, ακριβό ή φτηνό, δεν έχει σημασία, θα σκεφτείτε ότι θέλετε να φορέσετε μαζί με αυτό και το όμορφο συναίσθημα που σας "βγάζει" και που προφανώς θέλετε να σας συντροφεύει, κυρίως γιατί σας θυμίζει όμορφες στιγμές ή και αγαπημένα πρόσωπα.
Δρ Χριστίνα Παπαδάκη, αρχαιολόγος, μεταδιδακτορική ερευνήτρια
ΠΗΓΕΣ:
Cauvin J., Γέννηση των θεοτήτων, γέννηση της γεωργίας. Η επανάσταση των συμβόλων στην Νεολιθική εποχή, Μετάφραση Πρέβε Σοφία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Καμπάνης Π., Τα φυλακτά της Ύστερης Αρχαιότητας: η διατήρηση και ο μετασχηματισμός της από τη χριστιανική κοινωνία, Διδακτορική Διατριβή. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Η φωτογραφία του άρθρου είναι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.