Ξορκισμένος με τον Απήγανο
Στις «μαγικές» θεραπείες για τις «δαιμονικές» παιδικές ασθένειες, ο απήγανος έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το διασκέλισμα ή ανασκέλλημα που στην Κρήτη και την Κύπρο[1] θεωρείται μεγάλο ατόπημα επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην ψηλώσει το παιδί. Το δρασκέλισμα ακόμη και των προσωπικών αντικειμένων και ειδικά των εσωρούχων, ιδίως εάν είναι προμελετημένο, θεωρείται μεγάλη γρουσουζιά για τα μωρά και τα βρέφη γιατί εξαιτίας του αυτά λεπταίνουν, «γίνονται σαν την κλωστή» και αργοπεθαίνουν.
Για να αποτραπεί το κακό απαιτείται εξορκισμός από τον ιερέα ή απλώς «ξεδιασκέλισμα», δηλαδή ανάποδος δρασκελισμός ώστε να «ξηλωθεί» το κακό, ενώ στο Καστελόριζο έχει καταγραφεί η εξής «θεραπευτική» συνταγή:[2]
Έπαρε στάχτην πέανον (απήγανο), ξίδι, δυόσμο,
κρομμύδι, σαπούνι και ανακάρουμα,
μαλάξέ τα με τα χέρια σου και κάμε εικοσιένα
Βωλαράκια, θα τρίβεις επτά την ημέρα πάνω στο
μωρό και λειώνουν και να λέηγεις το τροπάρι
των Αγίων Αναργύρων και ύστερα
«Ανάτριχα ’ρτεν το κακόν ανάτριχα να φύει»
Απήγανο συνήθιζαν να κρεμούν και στην πόρτα του σπιτιού σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως στην ορεινή Ηλεία, για να αποδιώχνουν τα δαιμόνια και ειδικά τα κατσιμπουχέρια, τους καλικάντζαρους.[3] Η συνήθεια αυτή ανιχνεύεται μέχρι τη μακρινή Καππαδοκία και συγκεκριμένα την κοινότητα της Μουταλάσκης, όπου, διαδραματιζόταν το τελετουργικό ηζερλιγιέ γκιντελίμ, που σημαίνει πάμε στο ηζερλίκ. Έτσι, τα ξημερώματα της πρώτης ημέρας του Αυγούστου, μόνο γυναίκες και παιδιά απ’ όλους τους μαχαλάδες, πήγαιναν στο παρακείμενο νεκροταφείο, κοντά στην εκκλησία του αγίου Γεωργίου, και, αφού άναβαν κεριά στους τάφους, έκοβαν το φυτό ηζερλίκ, που ταυτίζεται με τον απήγανο, το οποίο έπλεκαν σε πλεξούδα και την κρεμούσαν στην εξώπορτα του σπιτιού ως φυλακτό όλης της οικογένειας.[4] Οι θεραπευτικές και μαγικές ιδιότητες του φυτού ήταν πασίγνωστες στους Καππαδόκες που το τοποθετούσαν ως φυλακτό και στα ρούχα τους ενώ το είχαν συνδέσει στενά και με τη γονιμότητα θεωρώντας ότι επαναφέρει την έμμηνο ρήση και είναι πανάκεια για όλες τις ασθένειες.
Ομοίως στην Αρμενία, ο απήγανος, που αποκαλείται spand από το ιρανικό sipand, είχε αποτροπαϊκή σημασία. Οι Αρμένιοι έριχναν απήγανο στα παρεκκλήσια ενώ συνήθιζαν να καίνε λιβάνι με τους σπόρους του για το κακό μάτι, πράξη που θυμίζει την κρητική έκφραση «λιβάνισέ τον με απήγανο να γειάνει». Επίσης έπλεκαν, όπως οι Καππαδόκες, το φυτό σε πλεξούδα που κρεμούσαν έξω από το σπίτι, το κατάστημα ή το περίπτερό τους.[5]
Είναι γεγονός ότι, παλαιότερα, δεν υπήρχε κήπος στη Μεσόγειο και στην Ανατολή δίχως απήγανο, ο οποίος μάλιστα έπρεπε να είναι φυτεμένος δεξιά της εισόδου, καθώς οι άνθρωποι πίστευαν ότι ξορκίζει τα κακά πνεύματα, ενώ, ως απωθητικό της αρνητικής ενέργειας, ήταν απαραίτητο στην ιεροτελεστία του ξεματιάσματος.
Όσο για εκείνους που τους είχε καταλάβει κάποιο κακό πνεύμα και υπέφεραν από σχιζοφρένεια, υστερία ή επιληψία, λέγεται ότι, η μάγισσα της κοινότητας ήταν αυτή που αναλάμβανε τη θεραπεία του, ετοιμάζοντας πιόμα απήγανου και τελετή που περιλάμβανε επάλειψη του με αιθέριο έλαιο του φυτού, κοπή μαλλιών και άναμμα, γύρω από την κλίνη του, εννέα κεριών, καθώς τόσες, υποτίθεται, ήταν οι ψυχές που συμμετείχαν στον εξορκισμό.
(Απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο «Ξορκισμένος με τον Απήγανο!» της δρ Χριστίνας Παπαδάκη, "Μαγικά Φυτά από την Αρχαιότητα έως Σήμερα", από τις εκδόσεις Άλλωστε, στη σειρά «Εκφάνσεις Μαγείας στην Ανατολική Μεσόγειο» - Υπεύθυνος σειράς: Παν. Η.Μ. Κουσούλης)
[1] Δαμιανού Δ., «Ιδιάζοντα λειτουργικά έθιμα της «λαϊκής λατρείας» της Κύπρου», Μεταπτυχιακή μελέτη, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2012, 83.
[2] Αντωνίου 2006, 161.
[3] Παπαθεοδώρου - Δημοπούλου Β., «Οι Καλλικάντζαροι ή τα κατσιμπουχέρια», Φολόη 57, Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2010, 6.
[4] Νίγδελης Κ. Μ., Καππαδοκία. Λατρευτικά και άλλα τινά στον αέναο κύκλο του χρόνου, 294-295.
[5] Αλεξάκης Ε., «Βασκανία, φυλακτά και γητειές στους Αρμενίους. Ανθρωπολογική προσέγγιση», στο Abrahamian L. H., Anchabadze Y. D., Θέματα ρώσικης και αρμένικης Λαογραφίας από τη Ρωσία, την Αρμενία, την Ελλάδα και τον ευρύτερο Παρευξείνιο χώρο (19ος – 20ός αιώνας), Θεσσαλονίκη 2018, 345.